Καταθέτοντας για την υπόθεση Novartis, ο Νίκος Μανιαδάκης περιέγραψε εκτενώς τις πιέσεις που, όπως είπε, δέχθηκε τόσο από τις ελληνικές όσο και από τις αμερικανικές αρχές. Ο πρώην προστατευόμενος και νυν βασικός μάρτυρας μίλησε για στοχοποίηση από πολιτικά πρόσωπα και «βιομηχανία καταγγελιών» σε βάρος του, τονίζοντας: «Μου κατέστρεψαν τη ζωή, την καριέρα μου, με έψαξαν όσο κανέναν άλλον και δεν βρήκαν τίποτα».
Σύμφωνα με την κατάθεσή του, του ασκήθηκαν πιέσεις για να καταθέσει στοιχεία κατά πολιτικών, μεταξύ αυτών οι Γεωργιάδης, Στουρνάρας, Σαμαράς και Λοβέρδος. Ανέφερε ότι δέχθηκε πιέσεις από τη Ράικου στη Βουλή και από την Τουλουπάκη στη ΓΑΔΑ, σημειώνοντας: «Με συνέδεαν με τον Λοβέρδο και το χρησιμοποιούσαν σαν όχημα μαζί με τις καταθέσεις του ‘Σαράφη’ για να είναι σαφές ότι θα διωχθώ».
Ειδική μνεία έκανε στις σχέσεις του με τις αμερικανικές αρχές, τις οποίες χαρακτήρισε αρχικά θετικές, μέχρι τη στιγμή που –όπως είπε– άλλαξαν στάση, επηρεασμένες από τις καταθέσεις του Φιλίστωρα Δεσταμπασίδη (γνωστού ως Μάξιμου Σαράφη). Όπως περιέγραψε: «Στην αρχή, στη Βιέννη, είχαμε χτίσει μια καλή σχέση. Όταν όμως βρέθηκα στην Αμερική, η στάση τους άλλαξε. […] Η συζήτηση άρχισε να “αγριεύει”».
Κατά τα λεγόμενά του, οι αμερικανικές αρχές του ζήτησαν να κατονομάσει υπουργό που είχε δωροδοκηθεί: «Μου είπαν: “Τα δεδομένα άλλαξαν. Ένας από τους μάρτυρες μάς είπε ότι έχεις δωροδοκήσει υπουργό. Ή μας λες ποιος είναι ο υπουργός – και είσαι προστατευόμενος σύμφωνα με το αμερικανικό δίκαιο – ή μας περιγράφεις με ακρίβεια τις πράξεις”». Ο ίδιος ισχυρίστηκε ότι απάντησε με πλήρη άρνηση κάθε εμπλοκής: «Τους είπα ξεκάθαρα: “Ξέρω ότι δεν έχω χρηματιστεί, δεν έχω δώσει τίποτα σε κανέναν”».
Ο Μανιαδάκης υποστήριξε πως οι αμερικανικές αρχές ουδέποτε ενστερνίστηκαν την ελληνική εκδοχή της υπόθεσης: «Το “story” που στήθηκε εδώ, οι Αμερικανοί δεν το πίστεψαν ποτέ». Κατηγόρησε επίσης τον Δεσταμπασίδη ότι μετά από έναν χρόνο άλλαξε κατάθεση και μετέφερε σε εκείνον τις ευθύνες που προηγουμένως απέδιδε σε άλλον.
Αναφερόμενος σε ψευδείς –κατά τον ίδιο– καταγγελίες, είπε ότι δεν υπήρξε ποτέ σύμβουλος του Ανδρέα Λοβέρδου, αλλά μόνο του Μάριου Σαλμά, ενώ σημείωσε: «Όλοι ήξεραν που εργαζόμουν, δεν είχα σχέση με τιμολόγηση ή λήψη αποφάσεων».
Κατήγγειλε ότι συνελήφθη παραμονή Πρωτοχρονιάς στο αεροδρόμιο μπροστά στα παιδιά του, ότι του απαγορεύτηκε να ταξιδεύει και ότι εξαιτίας της δίωξης του, έχασε τη δουλειά του και όλα τα συμβόλαιά του στο εξωτερικό. Αν και ζούσε στην Ισπανία υπό καθεστώς μάρτυρα δημοσίου συμφέροντος, όπως δήλωσε, «η φήμη και η εργασία μου δεν αποκαταστάθηκαν ποτέ».
Ολοκληρώνοντας την κατάθεσή του, κατήγγειλε πως δεν υπήρξε καμία νομική ενέργεια εναντίον των εισαγγελικών λειτουργών, παρότι –όπως υποστήριξε– εκείνοι τον πίεσαν και του κατέστρεψαν τη ζωή.